Του Δημήτρη Καιρίδη
Οι Κούρδοι είναι ένας από τους πολυπληθέστερους λαούς στον κόσμο που δεν έχει καταφέρει να αποκτήσει το δικό του κράτος, ζώντας διασπασμένος μεταξύ Τουρκίας, Ιράν, Ιράκ και Συρίας. Στο παρελθόν, κατ’ επανάληψη, τα εθνικά τους σχέδια συνετρίβησαν από τις χώρες αυτές, ενεργώντας μεμονωμένα ή σε συνεργασία, χωρίς ή με την υποστήριξη των Μεγάλων Δυνάμεων.
Από την εποχή της διακήρυξης των 14 σημείων του Αμερικανού Προέδρου, Γούντροου Ουίλσων, το 1917, οι Ηνωμένες Πολιτείες εμφανίζονται να αθετούν τις υποσχέσεις τους, προκειμένου να εξυπηρετήσουν βραχυπρόθεσμα γεω-στρατηγικά συμφέροντα. Τα ιστορικά επεισόδια είναι πολλά και αποκαλυπτικά: το 1975, η Ιρανό-ιρακινή διευθέτηση μεταξύ του Σάχη και του Σαντάμ Χουσέιν, υπό αμερικανική επίβλεψη, οδήγησε σε αντι-κουρδικές διώξεις και στις δυο χώρες, το 1988, η αμερικανική υποστήριξη στον Χουσέιν, στον πόλεμο του Κόλπου εναντίον του Ιράν του Αγιοτολάχ Χομεϊνί, επέτρεψε στον «χασάπη» της Βαγδάτης να βομβαρδίσει με χημικά κουρδικές πόλεις και χωριά, το 1991, η εγκατάλειψη των Κούρδων του βόρειου Ιράκ, μετά την αμερικανική εισβολή και απόσυρση, για την απελευθέρωση του Κουβέιτ, οδήγησε σε νέες διώξεις και ούτω καθεξής.
Τώρα το κουρδικό δράμα συνεχίζεται στη Συρία. Εκεί, ως αποτέλεσμα της εξέγερσης της αραβικής σουνιτικής πλειοψηφίας ενάντια στο καθεστώς του Μπασάρ Άσαντ, το 2011, δημιουργήθηκε κενό εξουσίας, το οποίο εκμεταλλεύθηκε το Ισλαμικό Κράτος (IK) το 2014, για να «εδαφοποιήσει» τις δοξασίες του για ένα χαλιφάτο των ακραίων τζιχαντιστών. Η κατάληψη της Μοσούλης, της δεύτερης μεγαλύτερης πόλης του Ιράκ, και η επέκταση του ΙΚ στην ανατολική Συρία θορύβησαν τους Αμερικάνους.
Ωστόσο, η απροθυμία του Μπαράκ Ομπάμα να εμπλακούν οι Ηνωμένες Πολιτείες σε έναν νέο πόλεμο στη Μέση Ανατολή, οδήγησαν την Ουάσιγκτον στην αναζήτηση τοπικών συμμάχων εναντίον του ΙΚ. Τότε, η Τουρκία αρνήθηκε να συνεισφέρει και πολλοί στη Δύση την κατηγορούν ότι συνεργάστηκε με το ΙΚ, προκειμένου να περιορίσει την κουρδική απειλή στα νότια σύνορά της.
Εν τέλει, οι ΗΠΑ βρήκαν στους Κούρδους της Συρίας έναν αξιόπιστο τοπικό σύμμαχο, με τη βοήθεια του οποίου κατάφεραν να εξοντώσουν, λίγο-πολύ, το ΙΚ. Έτσι, σήμερα, η περιοχή της Συρίας ανατολικά του Ευφράτη, με πληθυσμό γύρω στα 4 εκατομμύρια, ελέγχεται από τους Κούρδους με τη βοήθεια 2.000 Αμερικανών στρατιωτών. Η δημιουργία του προπλάσματος μιας ανεξάρτητης κουρδικής οντότητας στην περιοχή, όπως, κατά το παρελθόν, συνέβη στο Βόρειο Ιράκ, αποτελεί ανάθεμα για την Άγκυρα. Για την Τουρκία, οι Κούρδοι της Συρίας, περισσότερο από τους Κούρδους του Ιράκ, συνεργάζονται με τους αντάρτες του ΠΚΚ, που από το 1984 διεξάγουν, με διαλείμματα αλλά και εξάρσεις, ένοπλο αγώνα εναντίον του τουρκικού κράτους, ο οποίος μετρά πάνω από 40.000 νεκρούς.
Το αποτέλεσμα της τουρκικής αντίδρασης ήταν η εισβολή της Τουρκίας στη βόρεια Συρία τον περασμένο Ιανουάριο και η επιχείρηση «Κλάδος Ελαίας» για την απόσυρση των Κούρδων από τη δυτική όχθη του Ευφράτη. Τώρα, ο Τούρκος Πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, απειλεί ότι η Τουρκία είναι έτοιμη να εισβάλει στην ανατολική πλευρά του Ευφράτη για να εκδιώξει τους Κούρδους αυτονομιστές αντάρτες. Ο Ερντογάν ισχυρίζεται ότι η απειλή του ΙΚ είναι προσχηματική αφού ουσιαστικά έχει ηττηθεί και πως, σε κάθε περίπτωση, αν υπάρχουν ακόμα θύλακες του ΙΚ, οι οποίοι χρήζουν εκκαθάρισης, αυτήν μπορεί να την αναλάβει ο τουρκικός στρατός.
Η Άγκυρα ανησυχεί ότι όσο καθυστερεί να δράσει τόσο παγιώνεται μια κατάσταση ενός αυτόνομου κουρδικού κράτους εντός της Συρίας, με την υποστήριξη των Αμερικάνων. Ο Αμερικάνος Πρόεδρος, Ντόναλντ Τραμπ, είχε, στο παρελθόν, εκφράσει την πρόθεση του να αποσύρει τους Αμερικάνους στρατιώτες από τη Συρία. Ωστόσο, το επιτελείο του τον έπεισε να μην το κάνει και τώρα υπάρχει ο κίνδυνος να βρεθούν οι στρατιώτες των δυο πολυπληθέστερων Νατοϊκών στρατών αντιμέτωποι στην ανατολική Συρία, εκτός αν, για μια ακόμα φορά, οι Αμερικάνοι «πουλήσουν» τους Κούρδους.
Φωτογραφία αρχείου EPA