Του Δημήτρη Καιρίδη
Στις 11 Σεπτεμβρίου 1973, 45 ακριβώς χρόνια πριν, οι ένοπλες δυνάμεις της Χιλής, με αρχηγό τον στρατηγό Αγκούστο Πινοσέτ, ανέτρεψαν τον δημοκρατικά εκλεγμένο πρόεδρο της χώρας, Σαλβαντόρ Αλλιέντε. Ο Αλλιέντε αρνήθηκε να διαφύγει και προτίμησε να αυτοκτονήσει την ίδια μέρα. Στη συνέχεια, ο Πινοσέτ εγκατέστησε μια στρατιωτική δικτατορία, η οποία κυβέρνησε τη Χιλή μέχρι το 1990. Τότε, ο Πινοσέτ παρέδωσε την εξουσία στους πολιτικούς, μετά την, αναπάντεχη για τον ίδιο, καταψήφισή του σε δημοψήφισμα που διεξήγαγε.
Ο Αλλιέντε ήταν ο πρώτος εκλεγμένος μαρξιστής ηγέτης της Λατινικής Αμερικής. Το τραγικό τέλος του, η άμεση εμπλοκή της CIA στην ανατροπή του αλλά και η αποτρόπαια βιαιότητα των πρώτων χρόνων της δικτατορίας, με τις μαζικές δολοφονίες αντιφρονούντων, δημιούργησαν έναν χρήσιμο μύθο για την παγκόσμια αριστερά. Σύμφωνα με αυτόν, το 1973 στη Χιλή, ένας φιλολαϊκός και λαοπρόβλητος ηγέτης δολοφονήθηκε από τους Αμερικάνους, μέσω των τοπικών πρακτόρων τους, προκειμένου να προστατευθούν τα συμφέροντα της τοπικής ολιγαρχίας και του αμερικανικού ιμπεριαλισμού.
Η περίπτωση της Χιλής δεν ήταν η μόνη της εποχής του Ψυχρού Πολέμου αλλά η δραματικότητα των γεγονότων του Σεπτεμβρίου του 1973 την κατέστησε εμβληματική και ένα παγκόσμιο σύμβολο. Στην Ελλάδα της κυριαρχίας των εύπεπτων μύθων, η συχνή αναφορά στον Αλλιέντε και στον Πινοσέτ ήταν επιβεβλημένη για κάθε πολιτικοποιημένο νέο της μεταπολίτευσης, κι ας μην γνώριζε συνήθως παρά ελάχιστα για την ιστορία και την κοινωνική πραγματικότητα της Χιλής.
Κάποιοι μάλιστα βολεμένοι Έλληνες μεσοαστοί βάπτισαν τα παιδιά τους «Σαλβαντόρ», «Φιντέλ» ή «Ερνέστο», εις ανάμνηση των Λατινοαμερικάνων αριστερών ηρώων τους, κι ας είναι σήμερα θαυμαστές των Ηνωμένων Πολιτειών του Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος παρεμπιπτόντως θεωρεί τις μυστικές υπηρεσίες των Ηνωμένων Πολιτειών κρίσιμο μέρος του αριστερού βαθέος κράτους που τον αντιμάχεται…
Το παράδοξο είναι ότι ακόμα και σήμερα κάποιοι στην Ελλάδα θεωρούν τον Πινοσέτ ως ένα χρήσιμο επιχείρημα εναντίον των αντιπάλων τους, ωσάν η σημερινή ελληνική πραγματικότητα να έχει σχέση με τη Χιλή του 1973. Το βέβαιο είναι ότι η Χιλή του 2018 ουδεμία σχέση έχει με τη Χιλή του 1973. Η Χιλή είναι σήμερα η πιο πετυχημένη οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά χώρα της Λατινικής Αμερικής. Η άλλοτε φτωχή συγγενής της Αργεντινής, δικαιούται να κοιτάει αφ’ υψηλού όλους τους γείτονες της, χάρη στην τεράστια πρόοδο που σημείωσε την τελευταία τριακονταετία αλλά και στη σοφία με την οποία η πολιτική της τάξη διαχειρίστηκε την κληρονομιά που παρέλαβε από τον Πινοσέτ, προκειμένου η Χιλή να μην ξαναζήσει το δράμα του 1973.
Η σοφία αυτή έχει κυρίως να κάνει με την απομυθοποιημένη ανάγνωση της ιστορίας και την προσπάθεια ουσιαστικής εθνικής αυτογνωσίας. Η ελληνική πολιτική τάξη καλά θα κάνει να μελετήσει και να διδαχθεί όχι μόνο από τη Χιλή του 1973 αλλά και από τη Χιλή μετά το 1990 και να καταλάβει αυτό που ξέρουν καλά και έχουν από καιρό καταλάβει στην ίδια τη Χιλή.
Άλλωστε, ο Αλλιέντε δεν απέκτησε ποτέ τη λαϊκή πλειοψηφία. Πρώτευσε στις εκλογές του 1970 εξαιτίας της διάσπασης της αντιπολίτευσης και εξελέγη, στη συνέχεια, από το κεντροδεξιό Κογκρέσο, αφού ανέλαβε συγκεκριμένες δεσμεύσεις, τις οποίες στην πορεία αθέτησε. Η οικονομική του πολιτική αποδείχτηκε καταστροφική και οδήγησε σε ύφεση, ανεργία, πληθωριστική έκρηξη και τεράστια ελλείμματα. Η επιμονή του σε ένα πρόγραμμα κρατικοποιήσεων και αναδιανομής δημιούργησε τεράστιες λαϊκές αντιδράσεις και ακραία πόλωση. Το ίδιο το Κογκρέσο, το οποίο προηγουμένως τον είχε εκλέξει, ζήτησε τη βίαιη εκπαραθύρωσή του. Η χιλιανή δημοκρατία υπονομεύθηκε καταρχήν εκ των έσω, από πολιτικές δυνάμεις που επέλεξαν τη σύγκρουση αντί της συνεννόησης. Ο ξένος παράγοντας έπαιξε ρόλο, όμως μόνο αφού η χιλιανή δημοκρατία κατέστη ευάλωτη από τους ίδιους τους πρωταγωνιστές της. Άλλωστε, η CIA δεν κατάφερε να αποτρέψει την εκλογή του Αλλιέντε το 1970, όταν οι κεντροδεξιοί Χριστιανοδημοκράτες τον στήριξαν και φαίνονταν να έρχονται σε συνεννόηση μαζί του.
Το μάθημα αυτό, να μην ψάχνουμε για εχθρούς στο εξωτερικό για να κρύβουμε τις δικές μας αμαρτίες, στοίχειωσε τους χιλιανούς πολιτικούς που διαχειρίστηκαν τη μετάβαση στη δημοκρατία μετά το 1990. Έκτοτε, συνεργάστηκαν καλά μεταξύ τους και δημιούργησαν την πιο σταθερή, εύπορη και διεθνοποιημένη δημοκρατία της Λατινικής Αμερικής. Οι Έλληνες πολιτικοί συμπαθούν τα τσιτάτα και τους εύπεπτους μύθους αλλά όχι την πραγματική ιστορία. Μακάρι να μπορούσαν να διδαχθούν από τη χιλιανή επιτυχία μετά το 1990 αντί να εκδηλώνουν ανιστόρητες εμμονές με το χιλιανό δράμα της 11ης Σεπτεμβρίου 1973, καλλιεργώντας στο μεταξύ την εθνοκτόνα πόλωση στο εσωτερικό.