Του Δημήτρη Καιρίδη
Ο Τζων Μακέιν, ο γερουσιαστής από την Αριζόνα των Ηνωμένων Πολιτειών, πέθανε στις 25 Αυγούστου μετά από πολύμηνη μάχη με τον καρκίνο. Ο Μακέιν υπήρξε μια μεγάλη πολιτική προσωπικότητα και ο θάνατός του σφραγίζει το τέλος μιας εποχής. Προς στιγμή, Ρεπουμπλικάνοι και Δημοκρατικοί ενώθηκαν στην έκφραση συλλυπητηρίων για την απώλειά του.
Ο Μακέιν αποφοίτησε από την Αμερικανική Σχολή Ναυτικών Δοκίμων, ακολουθώντας τη μακρά οικογενειακή παράδοση, καθώς τόσο ο πατέρας του όσο και ο παππούς του ήταν παρασημοφορημένοι ναύαρχοι του αμερικανικού ναυτικού. Κατά τη διάρκεια του πολέμου του Βιετνάμ υπηρέτησε ως πιλότος αεροπλάνων ναυτικής συνεργασίας. Το αεροπλάνο του καταρρίφθηκε πάνω από το Ανόι, ο ίδιος συνελήφθη και κρατήθηκε για πέντε χρόνια, υπό απάνθρωπες συνθήκες, από τις αρχές του Βόρειου Βιετνάμ. Επειδή ο πατέρας του ήταν ο αρχηγός των αμερικανικών δυνάμεων στον Ειρηνικό, ο Μακέιν αναδείχθηκε στον πιο διάσημο Αμερικανό κρατούμενο του πολέμου.
Μετά την επιστροφή του στις Η.Π.Α., την αποστρατεία του και δυο θητείες στη Βουλή των Αντιπροσώπων, ο Μακέιν εκλέχθηκε, το 1987, γερουσιαστής από τη νοτιοδυτική Αριζόνα, επανεκλεγόμενος συνολικά έξι συνεχόμενες φορές. Το 2000 διεκδίκησε το χρίσμα του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος για την Προεδρία αλλά έχασε από τον Τζωρτζ (W.) Μπους ενώ το 2008 υπήρξε ο προεδρικός υποψήφιος των Ρεπουμπλικάνων αλλά έχασε από τον υποψήφιο των Δημοκρατικών, Μπάρακ Ομπάμα. Το 2015 έγινε πρόεδρος της πανίσχυρης επιτροπής στρατιωτικών υποθέσεων της Γερουσίας.
Ο Μακέιν ήταν πολιτικά συντηρητικός και σκληρός στις θέσεις του για την αμερικανική εξωτερική πολιτική. Υποστήριξε αναφανδόν την καταστροφική αμερικανική επέμβαση στο Ιράκ το 2003 και επέκρινε με σφοδρότητα τα διάφορα διεθνή ανοίγματα του Ομπάμα. Η επιλογή του υπέρ της Σάρα Πέιλιν, μιας πρώτης εκδοχής του τραμπισμού πριν τον Ντόναλντ Τραμπ, κυβερνήτη τότε της Αλάσκα, για τη θέση της αντιπροέδρου στις προεδρικές εκλογές του 2008, ήταν μεγάλο λάθος.
Όμως, ο Μακέιν, παρά τις αδυναμίες και τα λάθη του, τα οποία συχνά ο ίδιος ομολογούσε, επέκρινε και διακωμωδούσε, υπήρξε ένας από τους τιτάνες της Γερουσίας, της Άνω Βουλής των Η.Π.Α. με τους περίεργους, αριστοκρατικούς κανόνες λειτουργίας και την τεράστια επιρροή στη διαμόρφωση της αμερικανικής πολιτικής.
Υπήρξε τιτάνας και όχι νάνος, όπως οι περισσότεροι σημερινοί γερουσιαστές, για έναν απλό λόγο: είχε το θάρρος να ψηφίζει ενάντια στο κόμμα του και να συνεργάζεται με τους αντιπάλους του, τους Δημοκρατικούς. Σε συνεργασία με Δημοκρατικούς, κατέστρωσε μια σειρά από σημαντικά νομοσχέδια για το περιβάλλον, τις εκλογικές δαπάνες και άλλα θέματα. Αυτό εξαγρίωνε τους φανατικούς του κόμματος του, που δεν του είχαν εμπιστοσύνη. Η καταψήφιση της προσπάθειας του Τραμπ για την κατεδάφιση της μεταρρύθμισης της υγείας του Ομπάμα ήταν αποφασιστικής σημασίας για τη διάσωση της. Επιπλέον, ο Μακέιν δεν έκρυβε καθόλου την απέχθειά του για τον Τραμπ και δεν δίστασε να τον καταγγείλει, με πιο πρόσφατο παράδειγμα τα πολύ σκληρά του λόγια για τη συνέντευξη του Τραμπ με τον Πούτιν τον περασμένο Ιούλιο στο Ελσίνκι.
Με λίγα λόγια, ο Μακέιν εκπροσωπούσε μια άλλη εποχή, όταν οι διάφορες μεταξύ Ρεπουμπλικάνων και Δημοκρατικών ήταν λιγότερο υπαρξιακές, όταν οι μετριοπαθείς κυριαρχούσαν και στις δυο πλευρές του πολιτικού φάσματος και όταν η πολιτική ατμόσφαιρα δεν ήταν τόσο τοξική όσο σήμερα. Γιατί η Αμερικανική Δημοκρατία κατέληξε σε αυτή την αξιοθρήνητη κατάσταση είναι μια μεγάλη συζήτηση. Το βέβαιο είναι ότι η απώλεια του Μακέιν την καθιστά ακόμα πιο αξιοθρήνητη.