Του Δημήτρη Καιρίδη
Την ώρα που ο τουρκικός στρατός προελαύνει στο Μανμπίζ στη βόρεια Συρία, σε εφαρμογή της συμφωνίας της 4ης Ιουνίου των υπουργών εξωτερικών των ΗΠΑ και της Τουρκίας, Πομπέο και Τσαβούσογλου αντίστοιχα, για την απώθηση των Κούρδων ανατολικά του Ευφράτη, κορυφώνεται ο προεκλογικός πυρετός στην Τουρκία. Εντωμεταξύ, η αμερικανική γερουσία υπερψήφισε, με τη συντριπτική πλειοψηφία των 85 ψήφων υπέρ έναντι μόλις 10 κατά, την τροπολογία για τη διακοπή της συμμετοχής της Τουρκίας στο πρόγραμμα συμπαραγωγής του F-35, δίνοντας την ευκαιρία για μια ακόμα φορά στον Ταγίπ Ερντογάν να επιτεθεί στην Αμερική και τη Δύση.
Ο Τούρκος Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είναι το αδιαφιλονίκητο φαβορί για να επανεκλεγεί από τον πρώτο γύρο. Ο Ερντογάν είναι βιρτουόζος της πόλωσης και του εκβιασμού. Μετά την επιτυχία του κουρδικού κόμματος στις εκλογές του Ιουνίου του 2015, που του στέρησε την κοινοβουλευτική πλειοψηφία, δεν δίστασε να αιματοκυλίσει τη νοτιοανατολική Τουρκία, να συμμαχήσει με τους εθνικιστές και να απομονώσει πολιτικά τους Κούρδους και τους συνοδοιπόρους τους μεταξύ των φιλελεύθερων ελίτ της δυτικής Τουρκίας, προκειμένου να εξασφαλίσει την πλειοψηφία στις επαναληπτικές εκλογές, που ο ίδιος προκάλεσε, τον Νοέμβριο του 2015.
Ολοένα και περισσότερο, η τουρκική πολιτική συρρικνώνεται γύρω από ένα πρόσωπο, αυτό του Ταγίπ Ερντογάν. Από την εποχή του Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, κανένας άλλος Τούρκος πολιτικός δεν κυριάρχησε στην Τουρκία, όπως ο Ερντογάν. Οι προσεχείς εκλογές είναι ένα δημοψήφισμα υπέρ ή κατά του Ερντογάν. Η εξουσία, ολοένα και περισσότερο, συγκεντρώνεται στα χέρια του ίδιου, της οικογένειάς του (γιός, κόρη και γαμπρός) και μιας μικρής κλίκας αυλικών. Το ισλαμιστικό κίνημα, το οποίο επανίδρυσε και του οποίου ηγήθηκε την τελευταία εικοσαετία, βρίσκεται σήμερα και το ίδιο διασπασμένο. Οι παλιοί συνεργάτες όπως ο Γκιουλ και o Μπουλέντ Αρίντς έχουν περιθωριοποιηθεί. Η συμμαχία με τους Γκιουλενιστές, τους οπαδούς του αυτοεξόριστου στις ΗΠΑ ιμάμη Φετουλάχ Γκιουλέν, μετατράπηκε από το 2013 και μετά σε μάχη ζωής ή θανάτου μεταξύ των άλλοτε φίλων και συνοδοιπόρων.
Ο Ερντογάν είναι ένας πολιτικός με τεράστια χαρίσματα, απίστευτο πείσμα και μια μοναδική δυνατότητα επικοινωνίας με τον μέσο ψηφοφόρο. Εκμεταλλεύτηκε την κατάρρευση του παλαιού πολιτικού συστήματος και την κρίση που η προσφυγή της Τουρκίας στο ΔΝΤ το 2001 προκάλεσε. Επανατοποθέτησε το ισλαμιστικό κίνημα του Νεσμετίν Ερμπακάν από το άκρο στο κέντρο της τουρκικής πολιτικής, κυριαρχώντας στην κεντροδεξιά, που παραδοσιακά είναι ο ηγεμονικός πολιτικός χώρος στην Τουρκία. Τα πρώτα χρόνια, συμμάχησε με τους φιλελεύθερους και τους ευρωπαϊστές των αστικών κέντρων της δυτικής Τουρκίας αλλά και με τους συντηρητικούς Κούρδους της νοτιοανατολικής Τουρκίας, δημιουργώντας μια ανίκητη συμμαχία.
Στο πρώτο δημοψήφισμα που προκάλεσε το 2007, για την άμεση εκλογή Προέδρου από τον λαό, απέσπασε κοντά στο 70% της λαϊκής ψήφου. Κατάφερε να επιβληθεί στο κεμαλικό κατεστημένο και να ελέγξει τις αντιδράσεις των δυο κορυφαίων πυλώνων του, των στρατιωτικών και των δικαστικών. Ο αγώνας του ήταν υποτίθεται υπέρ της λαϊκής κυριαρχίας και εναντίον των κεμαλικών στρεβλώσεων της. Οι διώξεις στις υποθέσεις της Εργκενεκόν και της Βαριοπούλας εναντίον της στρατιωτικής ηγεσίας ήταν ο προάγγελος όσων θα ακολουθούσαν.
Φωτογραφία: Reuters