Του Δημήτρη Καιρίδη
Τα Ποσειδώνια, η μεγάλη συνάντηση της ελληνικής και της παγκόσμιας ναυτιλίας κάθε δυο χρόνια στην Αθήνα, προσφέρουν την κατάλληλη ευκαιρία για να επισημάνουμε τον ανεκτίμητο εθνικό ρόλο της ελληνόκτητης εμπορικής ναυτιλίας.
Με πληθυσμό μόλις στο 0,15% του παγκόσμιου και διεθνείς συναλλαγές ακόμα χαμηλότερες, η Ελλάδα ελέγχει το 20% του παγκόσμιου στόλου και το 50% του στόλου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε κανέναν άλλο τομέα, η σύγχρονη Ελλάδα δεν είναι παγκόσμια πρωταθλήτρια όπως είναι στη ναυτιλία. Σχεδόν το σύνολο των Ελλήνων κροίσων παγκόσμιου βεληνεκούς απέκτησαν τον πλούτο τους από τη θάλασσα. Τα μεγαλύτερα φιλανθρωπικά ιδρύματα της χώρας, όπως αυτά του Σταύρου Νιάρχου και του Αλέξανδρου Ωνάση, διαχειρίζονται ναυτιλιακά κατά βάση κεφάλαια.
Ο Πειραιάς και η ευρύτερη περιφέρεια της Αθήνας είναι ένα παγκόσμιο ναυτιλιακό κέντρο στο οποίο δραστηριοποιούνται 200.000 εξειδικευμένοι Έλληνες που φέρνουν 10 δισεκατομμύρια δολάρια άμεσα και σχεδόν τα διπλάσια έμμεσα κάθε χρόνο στη χώρα. Όπως και στο παρελθόν, μια σειρά από μεγάλες επενδύσεις, όπως το τεράστιο ξενοδοχειακό συγκρότημα της Costa Navarino στη Μεσσηνία, ξεκίνησαν από τη ναυτιλία.
Μετά από μια πενταετή καθίζηση, το παγκόσμιο εμπόριο αναπτύσσεται με ρυθμούς κοντά στο 5% ετησίως τροφοδοτώντας την ανάκαμψη της ναυτιλίας. Οι έμπειροι Έλληνες εφοπλιστές έχουν προχωρήσει ήδη σε μεγάλες επενδύσεις και το μερίδιο τους στην παγκόσμια αγορά, καίτοι τεράστιο, συνεχίζει να αυξάνει.
Που οφείλεται η ανεπανάληπτη επιτυχία της ελληνικής ναυτιλίας και τι μας διδάσκει; Η γρήγορη απάντηση είναι ότι, πέρα από τη μακρά ιστορική σχέση των Ελλήνων με τη θάλασσα, το ελληνικό κράτος δεν μπορεί να παρέμβει και να καταστρέψει την επιτυχία των Ελλήνων ναυτικών και πλοιοκτητών όπως έχει κάνει σε τόσους άλλους τομείς οικονομικής δραστηριότητας στο εσωτερικό της χώρας. Η ναυτιλία είναι ανεξάρτητη και εντελώς διεθνοποιημένη. Μέσα σε αυτό το άκρως ανταγωνιστικό και ευμετάβλητο περιβάλλον, ο ελληνικός εφοπλισμός θριάμβευσε. Άρα, χρειαζόμαστε περισσότερη εξωστρέφεια και λιγότερες κρατικές παρεμβάσεις για να τα καταφέρουμε κι αλλού.
Δυο τελευταίες σχετικές παρατηρήσεις: η παγκοσμιοποίηση έχει πολλούς εχθρούς και στην πατρίδα μας. Κάποιες αιτιάσεις εναντίον της έχουν βάση. Όμως, οι περισσότεροι εχθροί της δεν συνειδητοποιούν ότι η ευημερία της χώρας μας στηρίζεται στις δυο πιο παγκοσμιοποιημένες δραστηριότητες του καιρού μας: τη ναυτιλία, που μεταφέρει ξένα αγαθά, και τον τουρισμό, που μεταφέρει ξένους ανθρώπους. Το εθνικό συμφέρον της Ελλάδας είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την ανάπτυξη του διεθνούς εμπορίου και την αύξηση των παγκόσμιων τουριστικών ροών, δηλαδή με την περαιτέρω άνοδο της παγκοσμιοποίησης.
Η δεύτερη παρατήρηση έχει να κάνει με την κοινωνική και την πολιτική ευθύνη των εφοπλιστών. Λέγεται πως η χώρα στερείται αστικής τάξης με παράδοση και κοινωνικό ήθος. Με άλλα λόγια, στην Ελλάδα έχουμε πολλούς πλούσιους αλλά λίγους αστούς. Αυτό είναι σε ένα βαθμό φυσικό γιατί οι εφοπλιστές, που είναι κατά βάση η οικονομική ελίτ της χώρας, έχει κάνει τα λεφτά της στο εξωτερικό και ανά πάσα στιγμή μπορεί να καταφύγει εκεί αν χρειαστεί. Η Ελλάδα είναι γι’ αυτούς η πατρίδα που αγαπάνε αλλά όχι απαραίτητα ο τόπος όπου επενδύουν τα κέρδη τους. Έτσι, όμως, τα εθνικά οφέλη από την επιτυχία της ελληνικής ναυτιλίας παραμένουν ημιτελή και η χώρα αφήνεται περιχαρακωμένη στη μιζέρια της εσωστρέφειας και της μειονεξίας.