Του Δημήτρη Καιρίδη
Η Τουρκία ζει στον πυρετό των διπλών εκλογών της 24ης Ιουνίου. Ο Ερντογάν υπόσχεται αυξήσεις, εγκαινιάζει δημόσια έργα και δηλώνει αφοσιωμένος ακόμα και στην ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας. Τα τουρκικά ΜΜΕ ελέγχονται σχεδόν απόλυτα από τον Ερντογάν και τον υπερ-προβάλουν κατ’ αποκλειστικότητα.
Η προσπάθεια για έναν κοινό υποψήφιο αντίπαλο του Ερντογάν δεν καρποφόρησε, προς το παρόν. Ο καταλληλότερος όλων είναι ο Αμπντουλάχ Γκιούλ. Ο Γκιούλ υπήρξε στενός συνεργάτης του Ερντογάν στην ανανέωση του πολιτικού Ισλάμ στην Τουρκία, μετά τις αποτυχίες του Νεσμετίν Ερμπακάν, το 2000. Διετέλεσε πρωθυπουργός, υπουργός εξωτερικών και Πρόεδρος της Δημοκρατίας και διακρίθηκε για τη μετριοπάθειά του, παρά τις συντηρητικές του απόψεις. Η εκλογή του στην Προεδρία το 2007 είχε προκαλέσει τη λυσσώδη αντίδραση του κεμαλικού κατεστημένου και ήταν η πρώτη μεγάλη νίκη του Ερντογάν, ο οποίος κατάφερε να επιβάλει στην Τσανκάγια, ως πρώτη κυρία, τη μαντηλοφορούσα σύζυγο του Γκιούλ. Από το 2014 σιωπά, αν και η δυσφορία του με τον Ερντογάν και την πολιτική του είναι ευρέως γνωστή.
Σήμερα, πολλοί στην αντιπολίτευση, θεωρούν τον Γκιούλ ως τον μόνον ικανό να αποσπάσει εκείνους τους ισλαμιστές ψηφοφόρους που ανησυχούν για τη μεγαλομανία, την πόλωση και τη διαφθορά του Ερντογάν. Ο ίδιος ο Ερντογάν αντιλαμβάνεται τον κίνδυνο και γι’ αυτό έστειλε τον Α/ΓΕΕΘΑ και τον εξ απορρήτων σύμβουλό του, Ιμπραχίμ Καλίν, για να «πείσουν» τον Γκιούλ να μην κατέβει.
Προς το παρόν, οι κεμαλιστές του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος, που είναι ο κύριος πυλώνας της αντιπολίτευσης, επέλεξαν τη συνένωση με άλλα κόμματα για τις βουλευτικές αλλά την πολυδιάσπαση για τις προεδρικές εκλογές, με τη σκέψη να αποφύγουν την πόλωση και να στερήσουν από τον Ερντογάν την εκλογή από τον πρώτο γύρο.
Ο Κεμάλ Κιλιτσάρογλου, σε μια σπάνια επίδειξη πολιτικής οξύνοιας, επέλεξε τον εσωκομματικό του αντίπαλο, Μουχαρέμ Ιντσέ, ως υποψήφιου των κεμαλιστών. Με το πρωτοφανές άνοιγμα του προς τους Κούρδους, ο Ιντσέ παρουσιάζεται ως αξιόπιστη υποψηφιότητα, όμως ο δρόμος μέχρι τον «Λευκό Οίκο» θα είναι μακρύς και δύσβατος. Ο Ερντογάν δεν επίσπευσε εκλογές για να τις χάσει. Άλλωστε, γνωρίζει ότι, αν τις χάσει, δεν θα πάει σπίτι του, όπως συμβαίνει στις κανονικές δημοκρατίες…