*Του Δημήτρη Καιρίδη
«Θα φύγουμε από τη Συρία πολύ σύντομα, ας αφήσουμε άλλους να το φροντίσουν» είπε ο Ντόναλντ Τραμπ σε μια ομιλία που εκφώνησε στο Οχάιο χθες. Τι σημαίνει άραγε αυτή η δήλωση; Αποτελεί αλλαγή πολιτικής μετά από σκέψη και στη βάση ενός σχεδιασμού; Ή είναι απλώς μια ρητορική παρόρμηση του Αμερικανού Προέδρου που επιτείνει τη σύγχυση για την εξωτερική πολιτική της υπερδύναμης;
Η Ουάσιγκτον είχε βρει στους Κούρδους της Συρίας τους πιο αξιόπιστους και αξιόμαχους συμμάχους, επί του εδάφους, εναντίον του Ισλαμικού Κράτους. Άλλωστε, τα περιθώρια επιλογών της, ανάμεσα στις καθεστωτικές δυνάμεις του Άσαντ που υποστηρίζονται από το Ιράν και τη Ρωσία και τους κάθε λογής ισλαμιστές (έως τζιχαντιστές) που στηρίζει η Τουρκία (και το Κατάρ), δεν ήταν μεγάλα.
Η παράδοση του Αφρίν στους Τούρκους, εξαιτίας της συντριπτικής υπεροχής της τουρκικής αεροπορίας, ήταν μια τεράστια απογοήτευση για τους Κούρδους. Αυτό που ακολούθησε σε βάρος του άμαχου πληθυσμού του θύλακα επέτεινε την απελπισία τους.
Σήμερα τίθεται το ερώτημα αν μπορεί κάνεις να εμπιστευτεί την Αμερική. Και ποιες θα είναι οι συνέπειες για την παγκόσμια σταθερότητα από την αυξανόμενη αντιφατικότητα της αμερικανικής στρατηγικής. Τελικά υπάρχει «άλλος να το φροντίσει»;
Η Γαλλία φάνηκε να κινητοποιείται αλλά δεν αρκεί. Η Ευρώπη δεν μπορεί να συνεχίσει να εφησυχάζει, επιτρέποντας σε μια Τουρκία να επιτείνει το προσφυγικό πρόβλημα και την ανθρωπιστική κρίση στη Συρία και, στη συνέχεια, να απειλεί ότι θα πλημμυρίσει την Ευρώπη με πρόσφυγες που εν μέρει και η ίδια δημιούργησε.