Ο «υβριδικός πόλεμος» έχει αρχίσει να γίνεται πρωταγωνιστής σε μελέτες, σε συνέδρια, σε χιλιάδες άρθρα στα ΜΜΕ. Τον επικαλούνται σχεδόν καθημερινά αξιωματούχοι σε πολλές χώρες του κόσμου, για να περιγράψουν μια νέα κατάσταση στις διεθνείς σχέσεις που έχει στον πυρήνα της νέου τύπου απειλές για την ασφάλεια.
Κυβερνοεπιθέσεις, κατασκευή ειδήσεων για αποσταθεροποίηση ενός κράτους ή μιας κυβέρνησης, ψυχολογικός πόλεμος, όλα αυτά χρησιμοποιούνται είτε ως σύνολο ενεργειών είτε ως μεμονωμένες ενέργειες για να προσβάλουν συστήματα ασφάλειας, να προκαλέσουν πανικό σε κοινωνίες, να διαμορφώσουν τις εξελίξεις ή να καταστρέψουν το κύρος ανθρώπων και κυβερνήσεων. Σε κάθε περίπτωση ο «υβριδικός πόλεμος» είναι στο προσκήνιο. Πολλοί τον επικαλούνται για να καταδείξουν το μέγεθος της απειλής και σε ορισμένες περιπτώσεις αναφερόμαστε σε αυτόν ως να πρόκειται για μεταφυσικό φαινόμενο.
Σε συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο Βασίλης Κάππης, λέκτορας στο Κέντρο Ασφάλειας και Πληροφοριών, στο Πανεπιστήμιο του Μπάκιγχαμ, υπογραμμίζει ότι, με τον όρο «υβριδικός πόλεμος» εννοούμε «την σκόπιμη σύζευξη σε στρατηγικό επίπεδο συμβατικών και μη συμβατικών τακτικών με στόχο την επίτευξη πολιτικοστρατιωτικών στόχων».
Ο υβριδικός πόλεμος της Τουρκίας
Ιδιαίτερα αξιοπρόσεκτη είναι η προσέγγιση του κ. Κάππη στο ερώτημά μας, αν η Ελλάδα δέχεται κάποιου είδους υβριδικό πόλεμο. Όπως τονίζει «από τη στιγμή που η Τουρκία επιθυμεί την επίτευξη των στόχων της στην περιοχή αποφεύγοντας έναν ολοκληρωτικό πόλεμο με την Ελλάδα, ο συνδυασμός στρατιωτικών τακτικών χαμηλής έντασης και ψυχολογικής πίεσης αποτελεί μια ιδανική προσέγγιση για τη γείτονα».
Ειδικότερα, επισημαίνει: «Ο πόλεμος χαμηλής έντασης στο Αιγαίο από το 1996 και πλέον στην Ανατολική Μεσόγειο καθιστά τη χώρα μας ευάλωτη σε υβριδικές απειλές. Η φαινομενικά αψυχολόγητη αντίδραση των τουρκικών αρχών μετά τη σύλληψη των δύο Ελλήνων στρατιωτικών στον Έβρο το 2018 αποτέλεσε τον προάγγελο μιας συστηματικής υβριδικής επιχείρησης της Τουρκίας, η οποία έχει στόχο να πλήξει το ηθικό των Ενόπλων Δυνάμεων, της πολιτικής ηγεσίας αλλά και των πολιτών».
Και συνεχίζει: «Οι συνεχείς δηλώσεις των Τούρκων αξιωματούχων για το καθεστώς του Αιγαίου, τα προπαγανδιστικά βίντεο στρατιωτικών ασκήσεων σε νησιωτικό περιβάλλον και το αφήγημα της «γαλάζιας πατρίδας » αποτελούν όλα, μέρη μιας στρατηγικής με υβριδικά χαρακτηριστικά που έχει ως στόχο τον πολιτικοστρατιωτικό έλεγχο της Ανατολικής Μεσογείου».
Ο ρόλος των ΜΜΕ
Ο κ. Κάππης αφήνει να εννοηθεί ότι τα ελληνικά ΜΜΕ αθέλητα προφανώς με την υπερπροβολή των τουρκικών θέσεων, της προπαγάνδας κατά κύριο λόγο, παίζουν αρνητικό ρόλο. Ειδικότερα επισημαίνει: «Στο πλαίσιο αυτό, η άκριτη και καθημερινή -σε ζωντανή σχεδόν μετάδοση- αναπαραγωγή της τουρκικής προπαγάνδας μέσω κάποιων δελτίων ειδήσεων πρέπει να μας προβληματίσει. Η πρόσφατη τουρκική άσκηση «Γαλάζια πατρίδα» είναι ενδεικτική μιας προσέγγισης περισσότερο ψυχολογικής παρά επιχειρησιακής (με την υποτιθέμενη κινητοποίηση 100 πολεμικών σκαφών σε 3 θάλασσες). Φανταστείτε αν θέλετε την εσθονική τηλεόραση να προβάλλει σε καθημερινή βάση βίντεο του ρωσικού στρατού να ασκείται σε σενάρια βομβαρδισμού του Ταλίν. Οι αντιδράσεις θα ήταν το λιγότερο έντονες».
«Αλλά και οι σχεδόν μυθικές ιδιότητες των επιτευγμάτων της πολεμικής βιομηχανίας της γείτονος παρουσιάζονται σε συστηματική βάση από ελληνικά ΜΜΕ ως αδιαμφισβήτητο γεγονός», προσθέτει. «Οι στρατιωτικοί μας έχουν αποδείξει πως δεν πέφτουν στην παγίδα της κλιμάκωσης στο Αιγαίο και πως ακόμα και με πενιχρά μέσα η ελληνική αποτροπή παραμένει αποτελεσματική. Το αίσθημα, ωστόσο, που δημιουργείται στην κοινή γνώμη και ίσως σε μέλη της πολιτικής ηγεσίας της Ελλάδας είναι αυτό της πολιορκίας και της αδυναμίας μπροστά στον «πανίσχυρο» γείτονα. Και αυτό συνιστά επιτυχία του τουρκικού υβριδικού πολέμου την οποία κάποια ελληνικά ΜΜΕ καθιστούν εφικτή».
Οι στόχοι
Σύμφωνα με τον κ. Κάππη, ο όρος εμφανίστηκε περίπου στα μέσα της δεκαετίας του 2000 από Αμερικανούς μελετητές οι οποίοι θέλησαν να περιγράψουν τη φύση των νέων απειλών που αντιμετώπιζαν τα αμερικανικά στρατεύματα στο Αφγανιστάν και το Ιράκ, συνδυάζοντας σύγχρονο οπλισμό και ανορθόδοξες μεθόδους. Η έννοια αποκρυσταλλώθηκε από τους μελετητές της σύγκρουσης μεταξύ του ισραηλινού στρατού και της Χεζμπολά στο Λίβανο το 2006.
Ωστόσο, προσθέτει, «η αναλυτική χρησιμότητα του όρου αμφισβητήθηκε έντονα από την ίδια την ακαδημαϊκή κοινότητα και ουσιαστικά το ίδιο το ΝΑΤΟ «έβαλε στο συρτάρι» την έρευνα γύρω από τον υβριδικό πόλεμο έως τη στιγμή που η ουκρανική κρίση επανέφερε την έννοια στο προσκήνιο».
Στο ερώτημά μας ποιοι είναι οι στόχοι του υβριδικού πολέμου, ο κ. Κάππης, επισημαίνει: «Όπως και στο συμβατικό πόλεμο, ο αντίπαλος σε έναν υβριδικό πόλεμο μπορεί να είναι ένας συνασπισμός κρατών, ένα μεμονωμένο κράτος, αλλά και μια συγκεκριμένη πολιτική ηγεσία, η οποία αντιτίθεται στους στόχους του επιτιθέμενου. Στις καθαρά συμβατικές επιχειρήσεις, οι ένοπλες δυνάμεις αντιπαρατίθενται έως ότου υπάρξει κάποιο αποτέλεσμα στο πεδίο της μάχης που αντανακλάται στο πολιτικό πεδίο (αλλαγή συνόρων, μεταβολή εξωτερικής πολιτικής, αλλαγή καθεστώτος κλπ).
Οι υβριδικοί πόλεμοι δεν χαρακτηρίζονται από κάποιον διαφορετικό απώτερο στόχο. Η στρατηγική ωστόσο του υβριδικού πολέμου είναι πιο σύνθετη, χρησιμοποιώντας με συστηματικό τρόπο μέσα όπως η παραπληροφόρηση, οι κυβερνοεπιθέσεις, η εργαλειοποίηση μειονοτήτων κ.ά. με στόχο την αποδιοργάνωση του αμυνόμενου όχι μόνο σε στρατιωτικό αλλά και σε πολιτικοκοινωνικό επίπεδο.
Εάν τις εξετάσουμε μεμονωμένα, οι τακτικές αυτές δεν αποτελούν κάτι πρωτοποριακό στη Στρατηγική (για παράδειγμα η έννοια της «Έμμεσης Στρατηγικής» του Μπωφρ και η «Έμμεση Προσέγγιση» του Λίντελ Χαρτ προσομοιάζουν έντονα στο φαινόμενο που περιγράφουμε). Παρ’ όλα αυτά, το εύρος των εργαλείων που είναι διαθέσιμα στα κράτη, αλλά και η συστηματική χρήση τους σε καιρό ειρήνης διαφοροποιούν τη φύση (ως ένα βαθμό) και, κυρίως, τις συνέπειες ενός υβριδικού πολέμου.
Οι συνέπειες του υβριδικού πολέμου
Στο ερώτημα ποιες είναι οι συνέπειες του υβριδικού πολέμου, ο κ. Κάππης επισημαίνει ότι μια χώρα μπορεί να δέχεται επιθέσεις από έναν αόρατο εχθρό, καθώς η σύγχρονη τεχνολογία μπορεί να προσφέρει τέτοιου είδους κάλυψη. Ειδικότερα, επισημαίνει: «To σημαντικότερo, ίσως, επακόλουθο είναι το «θόλωμα της διαχωριστικής γραμμής» μεταξύ ειρήνης και πολέμου. Ένα μπαράζ κυβερνοεπιθέσεων μπορεί να λαμβάνει χώρα για παρατεταμένο διάστημα δίχως να είναι εφικτή η ταυτοποίηση των υπευθύνων, ενώ ελεγχόμενα από το εξωτερικό ΜΜΕ έχουν τη δυνατότητα επηρεασμού της κοινής γνώμης μέσω μιας εκλεπτυσμένης εκστρατείας προπαγάνδας. Παραστρατιωτικές δυνάμεις υπό το μανδύα του ιδιωτικού τομέα μπορούν να εκτελούν ανορθόδοξες επιχειρήσεις για λογαριασμό κρατών, τα οποία αισθάνονται πλέον πιο ελεύθερα να διεξάγουν τέτοιες επιχειρήσεις εφόσον έχουν τη δυνατότητα να αρνηθούν την οποιαδήποτε ευθύνη. Ουσιαστικά μιλάμε για χαμηλής έντασης εχθρικές ενέργειες σε περίοδο ειρήνης που μπορούν ωστόσο να επιφέρουν κλιμάκωση με συμβατικά μέσα. Η απόσταση ανάμεσα στον πόλεμο και την ειρήνη μειώνεται».
Ποιοι όμως έχουν τη δυνατότητα να εξαπολύσουν έναν υβριδικό πόλεμο; Ο κ. Κάππης τονίζει: «Ο υβριδικός πόλεμος χαρακτηρίζεται από την ενοποίηση σε επιχειρησιακό επίπεδο συμβατικών και μη συμβατικών τακτικών. Κατά συνέπεια, μπορούμε να μιλάμε για δρώντες οι οποίοι διαθέτουν μία ευρεία γκάμα από μέσα (στρατιωτικά, πολιτικά, τεχνολογικά, πληροφοριακά) τα οποία χρησιμοποιούν με συνδυαστικό και συμπληρωματικό τρόπο. Οι αναγκαίοι πόροι, κατά συνέπεια, είναι σημαντικοί όπως και η ύπαρξη ενός συντονιστικού κέντρου το οποίο θα μπορεί να τους κατευθύνει και να μεταβάλλει το μείγμα στρατηγικής ανάλογα με τα δεδομένα. Τα κράτη, επομένως, παραμένουν οι πλέον κατάλληλοι δρώντες λόγω των σημαντικών πόρων (υλικών και ανθρώπινων) που μπορούν να διαθέσουν προς την επίτευξη των στόχων του υβριδικού πολέμου.
Πόλεμος προπαγάνδας
Στο ερώτημα ότι ο πόλεμος προπαγάνδας , πάντα υπήρχε, άρα σε τι διαφοροποιείται ο υβριδικός πόλεμος, ο κ. Κάππης επισημαίνει ότι είναι «δύσκολο να πούμε πού ακριβώς διαφοροποιείται ο υβριδικός πόλεμος από τη γνωστή έννοια της «προπαγάνδας». Ωστόσο, προσθέτει, «η τεχνολογική πρόοδος και η εξέλιξη στο πεδίο των ανορθόδοξων επιχειρησιακών δογμάτων πολέμου οδηγεί σε μια κατάσταση όπου η χρήση της προπαγάνδας και των ψυχολογικών επιχειρήσεων αποκτά μια πρωτόγνωρη σημασία». Για παράδειγμα, προσθέτει, η προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία αποτέλεσε μια εξαιρετικά πετυχημένη υλοποίηση μιας υβριδικής πολεμικής επιχείρησης, η οποία δείχνει και τις δυνατότητες που παρέχει στον επιτιθέμενο η στοχευμένη και συστηματική χρήση των ΜΜΕ και του διαδικτύου προς επίτευξη των στόχων του.
Περισσότερο ευάλωτα σε υβριδικό πόλεμο, είναι, σύμφωνα με τον κ. Κάππη, είναι κράτη που έχουν στην επικράτειά τους «εχθρικά διακείμενες εθνικές/θρησκευτικές μειονότητες», καθώς και κράτη που η γεωγραφική και πολιτιστική εγγύτητα μπορούν να τα καταστήσουν ένα κράτος ευάλωτο σε υβριδικές απειλές.
Ωστόσο, προσθέτει «οι ψυχολογικές και προπαγανδιστικές επιχειρήσεις, τέλος, δεν μπορούν να επιφέρουν εύκολα αποτελέσματα εάν δεν είναι σε θέση να επηρεάσουν ένα σημαντικό κομμάτι του πληθυσμού. Ο επιτιθέμενος πρέπει να γνωρίζει καλά, να «πιάνει τον παλμό» του πληθυσμού-στόχου, ώστε να προσαρμόζει τις επιχειρήσεις του ανάλογα».
Ρωσία-ΗΠΑ-ΕΕ
Σχετικά με τις διαστάσεις που έχει πάρει η συζήτηση για ανάμειξη των Ρώσων στην εκλογή Τραμπ, η συζήτηση στην ΕΕ ενόψει των ευρωεκλογών και αν υπάρχει πράγματι απειλή, ή όλα αυτά αποτελούν άλλοθι για τους ηττημένους, ο κ. Κάππης υπογραμμίζει: «Δεν υπάρχει αμφιβολία πως όλες οι μεγάλες δυνάμεις καταβάλλουν προσπάθειες να επηρεάσουν τις πολιτικές εξελίξεις σε άλλες χώρες. Έχουμε ενδείξεις πως υπήρξε ρωσική υλική και επικοινωνιακή στήριξη σε εθνικιστικά κινήματα στην Ευρώπη για παράδειγμα. Ωστόσο, θα πρέπει να είμαστε συγκρατημένοι για να μην προσδώσουμε υπερβολικές διαστάσεις στη ρωσική ικανότητα να καθορίζει τις πολιτικές εξελίξεις σε διεθνές επίπεδο. Η εκλογή του Nτόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ και η άνοδος των εθνικιστικών κινημάτων στην Ευρώπη δεν μπορούν να οφείλονται στις παρεμβάσεις της Μόσχας. Παρ’ όλα αυτά, πρέπει να αναπτύξουμε σε ευρωπαϊκό επίπεδο τις δυνατότητες αποτροπής κάθε προσπάθειας χειραγώγησης της κοινής γνώμης από όπου και αν αυτή προέρχεται».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ