Τα πιθανά προβλήματα στην χορήγηση των αδειών διαχείρισης απόρρητων πληροφοριών, η πραγματοποίηση της απογραφής πληθυσμού το 2020, αλλά και οι ανησυχίες που έχουν διατυπωθεί για ζητήματα ασφάλειας στον κυβερνοχώρο, είναι μερικά από τα θέματα άμεσου ενδιαφέροντος στα οποία επικεντρώνει την προσοχή της, η αναφορά του αρμόδιου γραφείου εποπτείας της αμερικανικής κυβέρνησης (U.S. Government Accountability Office -GAO).
Η αναφορά αυτή εκδίδεται κάθε δύο χρόνια, ενώ βρέθηκε στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος ειδικής συνεδρίασης της Επιτροπής Εποπτείας στην Βουλή των Αντιπροσώπων, μεταδίδει το ABC News.
Η δημοσιοποίηση της αναφοράς, γίνεται στην έναρξη κάθε νέας διετούς κοινοβουλευτικής περιόδου στο Κογκρέσο κι έχει καταρτιστεί με τέτοιον τρόπο, ώστε να αποκαλύπτει “την κυβερνητική δράση και τις αδυναμίες της σε ζητήματα διαφθοράς, καταχρήσεων εξουσίας, ελλιπούς διοίκησης, αλλά και διαχείρισης των δαπανών.”
Η αναφορά που συζητήθηκε χθες, έδωσε έμφαση σε ζητήματα όπως:
α-.Η χορήγηση αδειών διαχείρισης απόρρητων πληροφοριών: Η διαδικασία για την χορήγηση των αδειών αυτού του τύπου αντιμετωπίζει προκλήσεις, “σχετικά με τον χρόνο που απαιτείται για την ολοκλήρωση της επεξεργασίας των στοιχείων, την αξιολόγηση της ποιότητας των ερευνών που πραγματοποιούνται, αλλά και την διασφάλιση της ασφαλούς λειτουργίας των συστημάτων πληροφορικής που χρησιμοποιούνται στην διαδικασία,” σύμφωνα με το GAO.
Η αναφορά επισημαίνει ότι η εκτελεστική εξουσία έχει προχωρήσει στην υλοποίηση κάποιων μέτρων για την αντιμετώπιση των παραπάνω προκλήσεων, ενώ βρίσκεται αντιμέτωπη με την συσσώρευση 565.000 αιτήσεων για την χορήγηση αδειών διαχείρισης εμπιστευτικών πληροφοριών. Για την επεξεργασία των αιτήσεων αυτών, “δεν έχουν εφαρμοστεί μέτρα που διασφαλίζουν την ποιότητα των ερευνών που διεξάγονται, αλλά και των σχετικών δικαστικών αποφάσεων,” επισημαίνει το GAO.
Ο υπεύθυνος του GAO Τζιν Ντοντέρο προειδοποίησε την επιτροπή για τις συνέπειες που θα έχει μια μη αποτελεσματική διαδικασία για την χορήγηση αδειών πρόσβασης και διαχείρισης απόρρητων πληροφοριών, ενώ την χαρακτήρισε ως “κίνδυνο εθνικής ασφάλειας.”
“Κρατικά μυστικά μπορεί να δημοσιοποιηθούν. Υπάρχει η πιθανότητα, άνθρωποι να εκτεθούν σε κίνδυνο, τόσο κοινότητες από τις υπηρεσίες πληροφοριών, όσο και από τις υπηρεσίες επιβολής του νόμου,” επεσήμανε ο ίδιος.
Η αναφορά του GAO δημοσιοποιείται στον απόηχο που προκάλεσε ένα δημοσίευμα της εφημερίδας “The New York Times,” το οποίο επικαλέστηκε τέσσερις πηγές, που υποστήριξαν ότι ο πρώην Προσωπάρχης του Λευκού Οίκου Τζον Κέλι έχει πει ότι ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ τον διέταξε να εγκρίνει μία άδεια διαχείρισης απόρρητων πληροφορικών για τον γαμπρό του, Τζάρεντ Κούσνερ.
Ο Τραμπ από την πλευρά του είχε δηλώσει στους NYT τον προηγούμενο μήνα ότι ο ίδιος “δεν είχε εμπλακεί στην άδεια διαχείρισης απόρρητων πληροφοριών του [Τζάρεντ].”
Στις αρχές Μαρτίου και στην διάρκεια μιας συνέντευξης της, στο ABC News και στην Άμπι Χάντσμαν, η Ιβάνκα Τραμπ είχε δηλώσει: “ο πρόεδρος δεν είχε κάποια εμπλοκή αναφορικά με την δική μου άδεια διαχείρισης απόρρητων πληροφοριών ή την άδεια του συζύγου μου, τέλος.”
Το ABC News δεν έχει ανεξάρτητα επιβεβαιώσει την αναφορά των NYT, η οποία επικαλέστηκε ένα υπόμνημα, το οποίο φέρεται να έχει γράψει ο Κέλι.
“Ο πρόεδρος έχει υπονομεύσει την διαδικασία χορήγησης των αδειών για την πρόσβαση σε απόρρητες πληροφορίες,” είπε ο Κάμινγκς στην διάρκεια της ακρόασης στην επιτροπή.
Από την άλλη μεριά, ο Λευκός Οίκος και η Επιτροπή Εποπτείας της Βουλής των Αντιπροσώπων βρίσκονται σε σύγκρουση σχετικά με την διάθεση εγγράφων για την πρόσβαση σε απόρρητες πληροφορίες, μία ημέρα μετά από την εκπνοή σχετικής προθεσμίας που είχε τεθεί από την επιτροπή προς την αμερικανική κυβέρνηση, ώστε να υπάρξει πρόσβαση του Κογκρέσου σε πληροφορίες για αυτό που η επιτροπή χαρακτηρίζει ως “παραβάσεις της διαδικασίας χορήγησης αδειών πρόσβασης σε απόρρητες πληροφορίες.”
β-.Η απογραφή του 2020: Η υπηρεσία για την πραγματοποίηση της απογραφής το 2020 βρίσκεται στην λίστα υψηλού κινδύνου για τα συστήματα τεχνολογίας της πληροφορικής (ΙΤ) που θέλει να χρησιμοποιήσει για την απογραφή του 2020, αλλά και για την πρόκληση διαχείρισης του ανάλογου οικονομικού κόστους.
Το οικονομικό κόστος της απογραφής αυξάνεται κάθε δεκαετία, ενώ το κόστος της απογραφής που θα πραγματοποιηθεί το 2020 υπολογίζεται στα 15,6 δισεκατομμύρια δολάρια.
Τα συστήματα ΙΤ που θα χρησιμοποιηθούν για την καταγραφή του πληθυσμού στις ΗΠΑ περιέχουν ακόμη κινδύνους ασφάλειας.
Τον Δεκέμβριο του 2018, το GAO είχε εντοπίσει 1.100 αδυναμίες που σχετίζονται με την ασφάλεια του κυβερνοχώρου. Οι κύριες απειλές αναφέρονται στην απόσπαση στοιχείων προσωπικών δεδομένων, σύμφωνα με το GAO.
Παράλληλα, το GAO έχει εντοπίσει ότι η υπηρεσία που θα πραγματοποιήσει την απογραφή “έχει κενά στην εμπειρία του προσωπικού που επιβλέπει ένα συμβόλαιο 886 εκατομμυρίων δολαρίων,” προκειμένου να συστήματα υπολογιστών να είναι συμβατά για την πραγματοποίηση της απογραφής του πληθυσμού.
Μέχρι τα μέσα του Νοεμβρίου του 2018, οι μισές θέσεις στελεχών στο αρμόδιο γραφείο, παρέμειναν κενές. “Οι κενές αυτές θέσεις, ενισχύουν το ρίσκο ότι το γραφείο δεν θα είναι ενδεχόμενο ικανό να εποπτεύσει ικανοποιητικά το οικονομικό κόστος, το πρόγραμμα, αλλά και την απόδοση του συμβαλλόμενου,” που έχει αναλάβει την αναβάθμιση του συστήματος των ηλεκτρονικών υπολογιστών.
γ-.Η εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ στον κυβερνοχώρο: Μία σειρά ανησυχιών για την ασφάλεια στον κυβερνοχώρο που είχαν εκφραστεί στην προηγούμενη αναφορά του GAO (2017) παραμένουν.
“Οι ομοσπονδιακές υπηρεσίες, αλλά κι άλλοι φορείς είναι ανάγκη να κάνουν άμεσες ενέργειες για την υλοποίηση μιας συνολικής στρατηγικής ασφάλειας στον κυβερνοχώρο, την πραγματοποίηση αποτελεσματικής εποπτείας, την ασφάλεια των ομοσπονδιακών συστημάτων πληροφορικής, αλλά και την προστασία των κεντρικών ψηφιακών δομών κι ευαίσθητων δεδομένων,” υπογράμμισε το GAO.
To GAO αναγνώρισε την προσπάθεια του προέδρου Τραμπ να αντιμετωπίσει τις ανησυχίες που έχουν εκφραστεί στον τομέα της κυβερνοασφάλειας, όπως το προεδρικό διάταγμα που εξέδωσε το 2017.
Το διάταγμα αυτό, απαιτεί από τις ομοσπονδιακές υπηρεσίες να διαχειριστούν καλύτερα τους κινδύνους κυβερνοασφάλειας, αλλά έδωσε έμφαση στην απουσία συντονισμένης στρατηγικής, ιδίως μετά την κατάργηση της θέσης του Συντονιστή Κυβερνοασφάλειας στον Λευκό Οίκο τον περασμένο Μάιο.
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ