Ωστόσο, φέτος το εννεάμηνο που μεσολαβεί από το πέρας των θερινών διακοπών μέχρι τις ευρωεκλογές προβλέπεται θυελλώδες. Όχι μόνο γιατί στη λήξη του παραμονεύει, όπως όλοι προεξοφλούν, η ανάδυση ενός ολότελα διαφορετικού ευρωπαϊκού τοπίου, με την ενδυνάμωση «ακατάτακτων» σχηματισμών, και δη της λαϊκίστικης ακροδεξιάς, αλλά και διότι, ήδη από το φθινόπωρο, αλλεπάλληλες προκλήσεις αναμένεται να προβάλουν στον ορίζοντα.
Η πιθανότητα ενός σκληρού Brexit ενισχύεται. Το ίδιο και οι τάσεις πολιτικής αυτονόμησης κρατών της Ανατολικής Ευρώπης, όπως, λ.χ., η Πολωνία, που αρνείται να συμμορφωθεί με τις ευρωπαϊκές προδιαγραφές σε ό,τι αφορά τις παρεμβάσεις της στο κράτος δικαίου. Το προσφυγικό και μεταναστευτικό πρόβλημα είναι πάντοτε παρόν και η προγραμματιζόμενη αναθεώρηση της Συνθήκης του Δουβλίνου μόνο άκαρπες συγκρούσεις μεταξύ εταίρων προοιωνίζεται.
Σε γεωπολιτικό επίπεδο, οι αβεβαιότητες είναι περισσότερες από ποτέ, καθώς στα ανοιχτά ερωτήματα της συριακής και της ουκρανικής κρίσης έρχεται να προστεθεί η οικονομική αποσταθεροποίηση της Τουρκίας και η εκρηκτική δυναμική των προτάσεων για αλλαγές συνόρων στα Δυτικά Βαλκάνια.
Οι εμπορικοί πόλεμοι τους οποίους πυροδότησε ο Ντόναλντ Τραμπ θέτουν κατεξοχήν στο στόχαστρό τους την Ε.Ε., ενώ η όλη πολιτεία του ενοίκου του Λευκού Οίκου και το νομικο-πολιτικό θρίλερ που εκτυλίσσεται τριγύρω του βυθίζουν στη σύγχυση την ευρωαμερικανική σχέση.
Τα βλέμματα στην Ιταλία
Κατά ιστορικό παράδοξο, μάλιστα, όλες αυτές οι υπαρξιακές κρίσεις της ευρωπαϊκής ενοποίησης έρχονται να συμπυκνωθούν στη χώρα όπου υπογράφηκε η Συνθήκη της Ρώμης. Η Ιταλία αποτελεί ένα «ατύχημα εν αναμονή», πολιτικά και οικονομικά, όπως δείχνει από τη μία η πορεία των ιταλικών τίτλων στις αγορές και από την άλλη η συγκρουσιακή διάθεση της (όλο και πιο δημοφιλούς) συγκυβέρνησης Πέντε Αστέρων και Λέγκας απέναντι στις Βρυξέλλες. Από το ερώτημα του νέου ιταλικού Προϋπολογισμού η συζήτηση έχει πλέον μετατεθεί στην «ευθύνη» της Ε.Ε. για τη φθορά των υποδομών που ανέδειξε η πολύνεκρη κατάρρευση της γέφυρας Μοράντι και στο «σχέδιο Μάρσαλ» που, κατά τους ιθύνοντές της, έχει ανάγκη η Ιταλία. Επιπλέον, οι απειλές ότι η Ρώμη θα παγώσει τη συνδρομή της στα κοινοτικά ταμεία, αν δεν υπάρξει από τους εταίρους συμμερισμός των συνεχιζόμενων μεταναστευτικών εισροών από την Κεντρική Μεσόγειο, πυροδοτούν το κλίμα. Όπως, άλλωστε, και οι πληροφορίες ότι ο Ντόναλντ Τραμπ ενθάρρυνε τον Ιταλό πρωθυπουργό με υποσχέσεις για αμερικανική βοήθεια στο ιταλικό χρέος…
Οι λαϊκιστές του Νότου και της Ανατολής ενώνουν τις δυνάμεις τους
Θα μπορούσε να πει κανείς ότι ήταν μια συνάντηση ανάμεσα σε δάσκαλο και μαθητή αυτή που πραγματοποιήθηκε την Τρίτη στο Μιλάνο, όπου ο αντιπρόεδρος της ιταλικής κυβέρνησης και ηγέτης της Λέγκας, Ματέο Σαλβίνι, υποδέχτηκε τον πρωθυπουργό της Ουγγαρίας, Βίκτορ Όρμπαν.
Πράγματι, όπως έχει αναγνωρίσει δημοσίως, ο Σαλβίνι έχει να «διδαχτεί πολλά» από τον Όρμπαν. Ο Ούγγρος ηγέτης έχει καταστεί διαβόητος από την επιθετική πολιτική που ακολουθεί στο μεταναστευτικό ζήτημα, σφραγίζοντας τα σύνορα της χώρας του, απορρίπτοντας το σχέδιο υποχρεωτικών μετεγκαταστάσεων μέσω ποσοστώσεων που εκπόνησε η Κομισιόν και αρνούμενος να συμμορφωθεί ακόμα και έπειτα από καταδικαστική απόφαση του Ευρωδικαστηρίου.
Στο διεθνές πεδίο, το φλερτ του με τους Βλαντιμίρ Πούτιν και Ταγίπ Ερντογάν, τους οποίους άλλωστε πρόκειται να συναντήσει τις επόμενες εβδομάδες, είναι χαρακτηριστικό των αποκλίσεών του από την κοινή ευρωπαϊκή γραμμή, ενώ στο εσωτερικό της χώρας του έχει ξεμπερδέψει με την ανεξαρτησία της κεντρικής τράπεζας, της Δικαιοσύνης και των μέσων ενημέρωσης. Υπερηφανευόμενος για ό,τι ο ίδιος αποκαλεί «αντιφιλελεύθερο» προσνατολισμό, καταφέρνει μάλιστα να διατηρεί υψηλά ποσοστά αποδοχής, με τη βοήθεια της συνωμοσιολογικής του εκστρατείας ενάντια «στον Τζορτζ Σόρος και τις ΜΚΟ του», που παρουσιάζονται ως υπ’ αριθμόν 1 υπονομευτές της χώρας.
Μήνυμα προς το ΕΛΚ
Ο Σαλβίνι δείχνει να ακολουθεί τα βήματά του όχι μόνο σε ό,τι αφορά το μεταναστευτικό, αλλά πλέον και τη σύγκρουση με τους ανεξάρτητους θεσμούς, όπως η Δικαιοσύνη (πράγμα λογικό, αν σκεφτεί κανείς τους ανοιχτούς λογαριασμούς που έχει η Λέγκα παλαιόθεν με κατηγορίες για κατάχρηση και διαφθορά).
Αλλά και το «δημοσιονομικό αντάρτικο» που έχει κατά νου η ιταλική κυβέρνηση ασφαλώς βρίσκει ένα πρότυπο στην απειθαρχία του Όρμπαν απέναντι στις Βρυξέλλες, την ίδια στιγμή που ο Ούγγρος πρωθυπουργός δηλώνει «ευρωπαϊστής».
Είναι, άλλωστε, χαρακτηριστικό ότι το κόμμα του Όρμπαν ανήκει πάντοτε (παρά τις προτάσεις για έξωσή του) στην οικογένεια του ΕΛΚ, όπου θα ευελπιστούσε να ενταχθεί και η Λέγκα για να «αποδαιμονοποιηθεί». Εξού και η συνάντηση στο Μιλάνο ήταν ένα μήνυμα ότι οι λαϊκιστές του Νότου και της Ανατολής όχι μόνο συντονίζονται, αλλά έχουν στη διάθεσή τους και εναλλακτικές επιλογές εν όψει των ευρωεκλογών, εάν το πολιτικό mainstream συνεχίζει να αρνείται να τους αποδεχτεί.
Ίσως γι’ αυτό την ίδια ώρα το Κίνημα Πέντε Αστέρων να προθυμοποιείται να δυναμιτίσει τη σχέση Σαλβίνι-Όρμπαν ζητώντας την παρακράτηση κοινοτικών κονδυλίων που προορίζονται για την Ουγγαρία, εφόσον αυτή δεν συμβάλει, μέσω μετεγκαταστάσεων, στην αντιμετώπιση της μεταναστευτικής κρίσης που βιώνει η Ιταλία.
Σχέδια έκτακτης ανάγκης για τυχόν «σκληρό Brexit»
Τυχόν έξοδος της Βρετανίας από την Ε.Ε. δίχως να έχει επιτευχθεί συμφωνία δεν θα είναι «το τέλος του κόσμου», μολονότι ασφαλώς δεν θα είναι «περίπατος». Αυτό τόνισε στις αρχές της εβδομάδας η Βρετανίδα πρωθυπουργός, Τερέζα Μέι, επαναλαμβάνοντας και την αγαπημένη της φράση ότι «η έλλειψη συμφωνίας είναι προτιμότερη από μια κακή συμφωνία».
Όλα αυτά ενώ ταυτοχρόνως επιχειρούσε να αποκρούσει ως κινδυνολογικές τις εκτιμήσεις που δημοσιοποίησε ο υπουργός Οικονομικών της δικής της κυβέρνησης σχετικά με τις οικονομικές επιπτώσεις ενός σκληρού Brexit, ιδίως στον τομέα των δημοσίων εσόδων, με αποτέλεσμα την εκτίναξη του κρατικού δανεισμού κατά 80 δισ. στερλίνες ετησίως μέχρι το 2033.
Ο Οκτώβριος πλησιάζει
Το ζήτημα είναι ότι το ορόσημο του Οκτωβρίου για την επίτευξη μιας συμφωνίας ανάμεσα στο Λονδίνο και τους «27» πλησιάζει, χωρίς να πληθαίνουν οι ενδείξεις ότι οι δύο πλευρές έχουν επιλύσει τις διαφορές τους.
Η Μέι επιμένει ότι είναι εφικτό να υπάρξει μια συμφωνία που θα επιτρέψει στη Βρετανία να αποχωρήσει την καθορισμένη ημερομηνία της 29ης Μαρτίου 2019 χωρίς κραδασμούς και υπενθυμίζει ότι ήταν η ευρωπαϊκή πλευρά που έθεσε το ορόσημο του Οκτωβρίου.
Στη Γαλλία, πάντως, ο πρωθυπουργός, Εντουάρ Φίλιπ, έδωσε τη Δευτέρα εντολή στους υπουργούς του να προετοιμάσουν σχέδια έκτακτης ανάγκης για την περίπτωση ενός σκληρού Brexit, ενώ τις επόμενες εβδομάδες θα ζητήσει, σύμφωνα με πληροφορίες, την εξουσιοδότηση του Κοινοβουλίου για την ενεργοποίηση, αν χρειαστεί, αυτών των έκτακτων μέτρων με διατάγματα. Άμεσος στόχος των γαλλικών Αρχών είναι η εξασφάλιση ομαλών συνοριακών ελέγχων και η διευκόλυνση της παραμονής των Βρετανών υπηκόων που βρίσκονται στη Γαλλία.
Τα Δυτικά Βαλκάνια κινδυνεύουν να ξαναγίνουν «πυριτιδαποθήκη»
Στις 13 Αυγούστου, έχοντας στο πλευρό της τον πρωθυπουργό της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης, η Γερμανίδα καγκελάριος, Άνγκελα Μέρκελ, διακήρυξε: «Η εδαφική ακεραιότητα των κρατών των Δυτικών Βαλκανίων έχει κατοχυρωθεί και είναι απαραβίαστη. Αυτό πρέπει να λέγεται ξανά και ξανά». Ωστόσο, ό,τι φαντάζει αυτονόητο για την καγκελάριο είναι όλο και λιγότερο αυτονόητο για άλλους κρίσιμους παίκτες της διεθνούς σκηνής.
«Δεν αποκλείουμε τις εδαφικές προσαρμογές. Δεν είμαστε αυτοί που θα αποφασίσουμε. Δεν θα σταθούμε εμπόδιο, ούτε πιστεύω και κανείς στην Ευρώπη, αν τα δύο μέρη της διαμάχης έφταναν σε έναν αμοιβαίο ικανοποιητικό διακανονισμό», τόνισε χαρακτηριστικά ο σύμβουλος εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ Τζον Μπόλτον στις 24 Αυγούστου, σχολιάζοντας την πρόταση για ανταλλαγή εδαφών μεταξύ της Σερβίας και του Κοσόβου.
Παρότι στο εσωτερικό τους βρίσκονται αντιμέτωποι με καταγγελίες για επαπειλούμενη «εθνική μειοδοσία», οι ηγέτες τόσο της Σερβίας, Αλεκσάνταρ Βούτσιτς, όσο και του Κοσόβου, Χασίμ Θάτσι, εξετάζουν θετικά (όπως επιβεβαίωσαν με την αυτοπρόσωπη παρουσία τους στο Ευρωπαϊκό Φόρουμ του Άλμπαχ στις 25 Αυγούστου) την ιδέα να επιλύσουν τη διαμάχη των χωρών τους με την προσάρτηση στη Σερβία του σέρβοφωνου βόρειου τμήματος του Κοσόβου, έναντι της απόδοσης στο Κόσοβο της αλβανόφωνης κοιλάδας του Πρέσεβο στη νότια Σερβία.
Είναι εμφανές ότι δύο πλευρές έχουν την ενθάρρυνση των ΗΠΑ, ενώ χαρακτηριστική είναι και η αμήχανη τοποθέτηση της Ρωσίας επί του θέματος, με τον Σεργκέι Λαβρόφ να εκτιμά ότι η Πρίστινα δεν είναι ακόμη έτοιμη για έναν συμβιβασμό.
«Μεγάλη Σερβία» και «φυσική Αλβανία»
Στην πραγματικότητα, η σημασία αυτών των ζυμώσεων είναι πολύ ευρύτερη, καθώς πρακτικά ανοίγει τον δρόμο για ενδεχόμενη προσάρτηση στη Σερβία τής συνομόσπονδης σερβικής οντότητας της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης, εξασφαλίζοντας κατά έναν παράδοξο τρόπο στους ηττημένους τον γιουγκοσλαβικών πολέμων την υλοποίηση του οράματος της «Μεγάλης Σερβίας».
Αντίστοιχα, θα διευκολυνόταν η προοπτική ανάδυσης της λεγόμενης «φυσικής Αλβανίας», σε μια συγκυρία κατά την οποία ήδη διακινούνται προτάσεις για εκλογή κοινού προέδρου Πρίστινας και Τιράνων.
Το ρίσκο είναι τεράστιο. Γιατί όχι μόνο απουσιάζουν οι εγγυήσεις για ομαλή υλοποίηση του σχεδίου της ανταλλαγής εδαφών μεταξύ Σερβίας και Κοσόβου, αλλά και γιατί δημιουργείται ένα εξαιρετικά προβληματικό προηγούμενο για όλη την περιοχή των Δυτικών Βαλκανίων, όπου περισσεύουν τα μειονοτικά ζητήματα. Το ξέσπασμα τυχόν αιματηρών συγκρούσεων στην «αυλή» της Ε.Ε. θα αποτελούσε πηγή νέων αποσταθεροποιητικών κραδασμών και τραγική διάψευση της ικανότητας να επουλωθούν παλιές πληγές μέσω της ευρωατλαντικής προοπτικής.
Υπό πίεση η διατλαντική σχέση λόγω Τραμπ
Η συμφωνία που επετεύχθη κατά την πρόσφατη συνάντηση του Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ με τον Ντόναλντ Τραμπ στην Ουάσινγκτον δεν ήταν, και αυτό το γνωρίζουν όλοι οι εμπλεκόμενοι, παρά μια ασταθής ανακωχή. Οι εμπορικοί πόλεμοι καλά κρατούν και το αποδεικνύει αυτό η απόφαση του Τραμπ τη Δευτέρα να επιφέρει άλλο ένα πλήγμα στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου, μπλοκάροντας τον επαναδιορισμό ακόμα ενός από τους δικαστές του Σώματος Προσφυγών, το οποίο κρίνει διακρατικές διαφορές σε θέματα δεσμών, επιδοτήσεων κ.ο.κ.
Με μόνο τρεις εναπομείναντες δικαστές αντί των προβλεπόμενων επτά, είναι αμφίβολο πως το κρίσιμο αυτό όργανο του ΠΟΕ θα συνεχίσει να επιτελεί τον ρόλο του.
Οι ιθύνοντες της Ε.Ε. εκτιμούν ότι πρόκειται για άλλη μία διαπραγματευτική μπλόφα του Τραμπ και ετοιμάζοντα, σε συνεργασία με τους διεθνείς εταίρους τους, να καταθέσουν προτάσεις μεταρρύθμισης του ΠΟΕ.
Ωστόσο, δεν είναι αυτή η μοναδική περίπτωση στην οποία οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι των ΗΠΑ αισθάνονται πλέον ότι η διατλαντική σχέση παραπαίει και ότι η συνεργασία με τρίτα μέρη αποδεικνύεται πολύ ευκολότερη και παραγωγικότερη.
Κυρώσεις και τριβές
Γιατί η απόφαση του Τραμπ να αποσύρει τις ΗΠΑ από τη διεθνή συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν και να επαναφέρει αμερικανικές κυρώσεις, που στοχεύουν στον οικονομικό αποκλεισμό της ιρανικής δημοκρατίας, έχει αποτελέσει μεγάλο πλήγμα και για το γόητρο και για τα συμφέροντα των Ευρωπαίων. Η πολιτική δέσμευση της ευρωπαϊκής πλευράς να εργαστεί για τη διάσωση της συμφωνίας που συνυπέγραψε το 2015 δεν υπήρξε αρκετή για να αποτρέψει τη φυγή (για τον φόβο των κυρώσεων) των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων από την ιρανική αγορά, στην οποία μόλις είχαν διεισδύσει.
Επιπλέον, ο ένοικος του Λευκού Οίκου έχει εκδηλώσει μια ανησυχητική τάση να επεμβαίνει σε εσωτερικά θέματα της Ε.Ε., άλλοτε απευθύνοντας δημοσίως παραινέσεις στους Βρετανούς υπέρ ενός σκληρού Brexit και άλλοτε κολακεύοντας την κυβέρνηση Κόντε της Ιταλίας, τη στιγμή που αυτή συγκρούεται με τις Βρυξέλλες για τα δημοσιονομικά και το μεταναστευτικό.
Παράλληλα, η επιθετική διάθεση των ΗΠΑ έναντι της Γερμανίας, με αιχμή τις αμυντικές δαπάνες και τον αγωγό ρωσικού φυσικού αερίου NordStream 2, και οι δυνάμει αποσταθεροποιητικές οικονομικές επιπτώσεις της τουρκο-αμερικανικής αντιπαράθεσης εντείνουν την ανησυχία στο ευρωπαϊκό κέντρο.
Οι παρεμβάσεις Μάας και Μακρόν
Μόνο τυχαία δεν είναι η παρέμβαση του σοσιαλδημοκράτη υπουργού Εξωτερικών της Γερμανίας, Χέικο Μάας, ο οποίος, με άρθρο του στη «Handelsblatt», ζήτησε τη διαμόρφωση μιας νέας γερμανικής στρατηγικής έναντι των ΗΠΑ, φτάνοντας μάλιστα στο σημείο να προτείνει τη διαμόρφωση ενός ευρωπαϊκού συστήματος πληρωμών ανεξάρτητου από το υπό αμερικανικό έλεγχο σύστημα Swift.
Το ότι η Άνγκελα Μέρκελ έσπευσε να διαφοροποιηθεί από τις προτάσεις του υπουργού της δεν αναιρεί τον προβληματισμό για το μέλλον της διατλαντικής σχέσης.
Άλλωστε, τη Δευτέρα, κατά το ετήσιο συνέδριο των Γάλλων πρεσβευτών, ο Εμανουέλ Μακρόν τόνισε ότι η Ευρώπη δεν μπορεί να εμπιστεύεται πλέον την ασφάλειά της αποκλειστικά στις ΗΠΑ και πρέπει να αναλάβει πρωτοβουλίες. Έθεσε, μάλιστα, τον στόχο της εκπόνησης μέσω νέων απαιτητικών διαπραγματεύσεων μιας νέας συμφωνίας για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, καθώς και μιας νέας διεθνούς συμφωνίας για την κλιματική μεταβολή μετά την αποδέσμευση των ΗΠΑ του Τραμπ από το Σύμφωνο των Παρισίων. Χαρακτήρισε, δε, αναγκαία τη συνεννόηση με τη Ρωσία και την Τουρκία επί πολλών ζητημάτων, καθώς, όπως είπε, η ιστορία αυτών των χωρών συνυφαίνεται με την ευρωπαϊκή.
Πηγή: Capital