Η γκιλοτίνα που χρησιμοποιήθηκε για να αποκεφαλίσει έναν από τους νεότερους και τους πιο γενναίους αντιπάλους του Αδόλφου Χίτλερ έχει βρεθεί στο υπόγειο ενός μουσείου.
Η ανακάλυψη εχει προκαλέσει θέμα συζήτησης καθώς εχει δημιουργήσει δίλημμα στις γερμανικές αρχές για το αν θα πρέπει η γκιλοτίνα να εκτεθεί εις μνήμη της Σοφι Σόλλ (Sophie Scholl), 21, του αδελφού της Χάνς (Hans) και άλλων μελών της ομάδας του Λευκού Ρόδου (White Rose). Σύμφωνα με ορισμένους αξιωματούχους σε μια παλαιότερη έκθεση είχε παρουσιαστεί η γκιλοτίνα, όχι όμως στο σωστό ιστορικό πλαίσιο: τότε χρησιμοποιήθηκε για να κόβει κεφάλια από κούκλες, καθώς δεν είχε γίνει αντιληπτό από κανέναν ότι ήταν το όργανο με το οποίο εκτελέστηκαν τα μέλη του Λευκού Ρόδου, μιας οργάνωσης φοιτητών που μοίραζαν αντιναζιστικά φυλλάδια στο πανεπιστήμιο του Μονάχου.
Οταν ο Χίτλερ ανήλθε στην εξουσία θέσπισε οτι οι λεγόμενοι προδότες και άλλοι αντίπαλοι του καθεστώτος του θα έπρεπε να εκτελούνται και διέταξε την κατασκευή 20 γκιλοτίνων, κατι που συνήθως συνδέεται με την επαναστατική εποχή στη Γαλλία.
Η συσκευή που χρησιμοποιήθηκε για να σκοτώσει τους Σόλς βρέθηκε στο υπόγειο του Εθνικού Μουσείου της Βαυαρίας στο Μόναχο .
Το 1943 η Σόφι και ο Χάνς, μοίραζαν αντιναζιστικά φυλλάδια στο Πανεπιστήμιο Ludwig-Maximilian του Μονάχου όταν τους έπιασε ο θεματοφύλακας, Jakob Schmid, ο οποίος ενημέρωσε την Γκεστάπο .
Τα φυλλάδια έλεγαν την αλήθεια για τα ναζιστικά εγκλήματα στη Ρωσία και διέδιδαν την εκπληκτική ήττα του Γερμανικού στρατού στο Στάλινγκραντ ενα μήνα νωρίτερα.
Στις 22 Φεβρουαρίου, ενας δικαστής των Ναζί καταδίκασε την Σόφι και τον Χάνς σε θάνατο για προδοσία και αποκεφαλίστηκαν την ίδια ημέρα στη φυλακή του Stadelheim. Τρία άλλα μέλη της οργάνωσης White Rose επίσης εκτελέστηκαν
Οι ανακριτές της Γκεστάπο προσέφεραν στην Σόφι την πιθανότητα επιβίωσης αν κατηγορούσε εξ ολοκλήρου τον αδελφό της και άλλα μέλη της White Rose, αλλά εκείνη αρνήθηκε. Από τότε, έχουν γραφτεί πολλά βιβλία γι ‘αυτούς και χιλιάδες δρόμοι και πλατείες στη σύγχρονη Γερμανία φέρουν το όνομά τους .
(Στην φωτογραφία η Σόφι Σόλλ και άλλα μέλη του Λευκού Ρόδου)
Αλλά τώρα έρχεται το δύσκολο ζήτημα του τι πρέπει να γίνει με την γκιλοτίνα που έδωσε τέλος στη ζωή τους και που τώρα επανεμφανίστηκε.
Ο υπουργός Πολιτισμού της Βαυαρίας Λούντβιχ Σπένλε είπε ότι θα συζητήσει με τους ειδικούς το πώς θα μπορούσε να εκτεθεί η γκιλοτίνα. «Δεν είναι ένα αντικείμενο που μπορεί κανείς να παρουσιάσει χωρίς τον ανάλογο σεβασμό», σημείωσε.
Η οργάνωση «Λευκό Ρόδο»
Πριν από 70 χρόνια, στις 22 Φεβρουαρίου του 1943, τρεις Γερμανοί φοιτητές εκτελέστηκαν στο Μόναχο για την συμμετοχή τους σε ένα κίνημα αντίστασης κατά του Χίτλερ. Από τότε, τα μέλη της οργάνωσης Λευκό Ρόδο έχουν γίνει εθνικοί ήρωες στη Γερμανία. Η Λίλο Φουρστ -Ράμντορ ήταν ανάμεσά τους. Στα 99 χρόνια της σήμερα, μίλησε στο BBC με αφορμή την επέτειο.
Το 1943, ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν στο αποκορύφωμά του, αλλά στο Μόναχο, στο κέντρο της ναζιστικής εξουσίας, μία οργάνωση φοιτητών είχε αρχίσει εκστρατεία παθητικής αντίστασης.
Η Λιζελότε Φουρστ- Ράμντορ, ήδη χήρα σε ηλικία 29 ετών μετά τον θάνατο του άνδρα της στο ρωσικό μέτωπο, μπήκε στην οργάνωση μέσω ενός φίλου της, του Αλεξάντερ Σμόρελ.
«Βλέπω τον Αλεξ σαν να ήταν τώρα να μου μιλάει για το Λευκό Ρόδο. Δεν είπε ποτέ την λέξη «αντίσταση», είπε μόνο ότι ο πόλεμος ήταν τρομακτικός, με τόσο κόσμο που σκοτώνεται στις μάχες, και ότι ο Χίτλερ είναι ένας μεγαλομανής, και ότι θα έπρεπε να κάνουμε κάτι για όλα αυτά», είπε η Φουρστ- Ράμντορ στο BBC.
Ο Σμόρελ και οι φίλοι του Κρίστοφ Προμπστ και Χανς Σολ είχαν αρχίσει να γράφουν φυλλάδια ενθαρρύνοντας τους Γερμανούς να αντισταθούν στο ναζιστικό καθεστώς. Διένειμαν τα φυλλάδια σε διευθύνσεις αγνώστων, που τις έβρισκαν τυχαία από τον τηλεφωνικό κατάλογο.
Η Φουρστ- Ράμντορ λέει ότι ποτέ δεν μοίρασε φυλλάδια η ίδια, αλλά τα έκρυβε σε ένα ντουλάπι, στο σπίτι της. Βοηθούσε επίσης τον Σμόρελ να τυπώνει στον πολύγραφο, στο σπίτι της, προκηρύξεις που έγραφαν «Κάτω ο Χίτλερ». Τα βράδια της 8ης και 15ης Φεβρουαρίου, μέλη του Λευκού Ρόδου έγραψαν αυτό το σύνθημα σε τοίχους, σε όλο το Μόναχο.
Τα περισσότερα μέλη ήταν φοιτητές
Σήμερα το πανεπιστήμιο του Μονάχου τους τιμά, με ένα μικρό μουσείο που αφηγείται την ιστορία τους.
Τα μέλη της ομάδας, τουλάχιστον εκατό φοιτητές – εκτός του ηγετικού πυρήνα – και ο καθηγητής φιλοσοφίας και μέντοράς τους Κουρτ Χούμπερ, θέλησαν να αντισταθούν αφυπνίζοντας τους συμπατριώτες τους, αλλά δεν πρόλαβαν να τυπώσουν περισσότερα από έξι φυλλάδια. Στις 18 Φεβρουαρίου του 1943, η Σόφι Σολ και ο αδελφός της Χανς Σολ, αποπειράθηκαν να μοιράσουν μια προκήρυξη της οργάνωσης στο πανεπιστήμιο. Ο φύλακας Γιάκομπ Σμιντ, μέλος του Ναζιστικού Κόμματος, ήταν εκείνος που ανακάλυψε ποιοι βρίσκονταν πίσω από την δραστηριότητα. Ειδοποίησε τη Γκεστάπο.
Τα δύο αδέλφια, και ο Προμπστ, οδηγήθηκαν στο Λαϊκό Δικαστήριο για μία δίκη – παρωδία που κράτησε λίγα λεπτά. Εκτελέστηκαν με συνοπτικές διαδικασίες, στις 22 Φεβρουαρίου του 1943.
Λίγες ημέρες αργότερα συνελήφθησαν άλλα 80 μέλη της οργάνωσης. Από αυτούς ο Αλεξ Σμόρελ και ο καθηγητής Χούμπερ εκτελέστηκαν διά απαγχονισμού στις 13 Ιουλίου του 1943. Οι υπόλοιποι φυλακίστηκαν, ανάμεσά τους και η Φουρστ-Ράμντορ.
Αργότερα, οι Σύμμαχοι τύπωσαν μία προκήρυξή τους σε χιλιάδες αντίτυπα, που τα έριξαν από αέρος στις πόλεις της ναζιστικής Γερμανίας.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ