Εκεί πολέμησαν και έπεσαν και αρκετοί Έλληνες, που υπηρετούσαν με τις αυστραλιανές ένοπλες δυνάμεις.
Πριν λίγες μέρες ένας ομογενής, βετεράνος του Βιετνάμ και ιστορικός, επισκέφθηκε το Κοκόντα και περπάτησε τα 94 «εφιαλτικά» χιλιόμετρα από όπου πέρασαν και οι Αυστραλοί, για να αποδώσει φόρο τιμής. Αλλά και για να κατανοήσει από πρώτο χέρι το περιβάλλον και τις συνθήκες που πολέμησαν και να τα καταγράψει σε ένα βιβλίο.
Πρόκειται για τον Στιβ (Αναστάσιο) Κυρίτση (sτην φωτογραφία), συγγραφέα δυο δίγλωσσων βιβλίων, ένα για τους Έλληνες που πολέμησαν στο Βιετνάμ με τις αυστραλιανές δυνάμεις και ένα για όλους τους Έλληνες που υπηρέτησαν στον αυστραλιανό στρατό. Τώρα ο κ. Κυρίτσης αποφάσισε να γράψει ένα τρίτο βιβλίο, για τους Έλληνες που πολέμησαν στο Κοκόντα της Παπούα Νέας Γουϊνέας κόντρα στους Ιάπωνες κατά τον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο.
«Ελληνοαυστραλοί που πήραν μέρος στον πόλεμο του Βιετνάμ 1962-1972»
Στο πρώτο του βιβλίο περιλαμβάνονται οι αναμνήσεις του ίδιου αλλά και δεκάδων άλλων Ελλήνων της Αυστραλίας από τον πόλεμο στο Βιετνάμ. Τόσο οι προσωπικές του μαρτυρίες όσο και των άλλων Ελλήνων συντρόφων του καταγράφηκαν για πρώτη φορά σε βιβλίο και παρουσιάζουν ξεχωριστό ενδιαφέρον.
Ο Μιχάλης Μαραζές που υπηρέτησε στο Βιετνάμ από το 1968 έως το 1969 λέει:
«Η Αυστραλία δεν έπρεπε να πάρει μέρος σ’ αυτόν τον πόλεμο. Γυρίζοντας πίσω βρήκαμε πολλά εμπόδια προσαρμογής και όλοι μάς έβριζαν σαν να έλεγαν «εσείς φταίτε για όλα». Από τότε και για 40 χρόνια ακόμα βλέπω εφιάλτες κάθε βράδυ».
Ο Ιωάννης Παναγάρης από το Βαρθολομιό Πελοποννήσου λέει πως ο λόγος που οι Βιετκόγκ κέρδισαν τον πόλεμο ήταν τα τεράστια καταφύγιά τους κάτω από το έδαφος: «Ήταν οργανωμένοι και αποφασισμένοι. Κάθε φορά που τους πλησιάζαμε μας «μύριζαν» και το έσκαγαν».
Ο Δημήτρης Παπανδρέας λέει: «Οι Βιετκόγκ ήταν άριστοι στον ανταρτοπόλεμο. Πολεμούσαν μέσα στη χώρα τους, όλα τα μέρη τα ήξεραν, οι κάτοικοι παντού τους βοηθούσαν. Την ημέρα κυκλοφορούσαν στους δρόμους σαν απλός κόσμος και τη νύχτα ήταν στρατιώτες».
Υπάρχουν και κάποιες ευχάριστες αναμνήσεις όπως του Β. Καραπάτη από τα Κύθηρα: «Στη δίνη του πολέμου, το 1968, κοντά στη βάση μας στο Vung Tau έδεσε ένα ελληνικό φορτηγό πλοίο. Άκουσα να παίζεται ελληνική μουσική και πλησίασα το πλήρωμα και τους μίλησα στα ελληνικά. Αυτοί τα έχασαν και με ρώτησαν τι γύρευα εκεί. Τους είπα πως είμαι Έλληνας από την Αυστραλία και υπηρετούσα τον αυστραλιανό στρατό. Μου εξήγησαν ότι θα ξεφόρτωναν σιτάρι και θα γύριζαν στην Ελλάδα. Ήταν ένα αξέχαστο ελληνικό διάλλειμα από τον πόλεμο».
Ο Φίλιπ Πιζιμόλας λέει πως δεν θα ξεχάσει ποτέ μια μέρα που τον έβαλαν να φυλάει έναν Βιετκόγκ αξιωματικό βαριά τραυματισμένο: «Με κοίταζε στα μάτια και ήταν σαν να μου έλεγε να τον αφήσω να φύγει».
Όλοι οι ομογενείς δηλώνουν πως επέστρεψαν στην Αυστραλία «μεστωμένοι, πικραμένοι και κατεστραμμένοι ψυχολογικά» και για πολλούς «ο πόλεμος του Βιετνάμ συνεχίζεται μέσα τους».
«Τα βράδια, ακόμα και τώρα», λέει ο Χαράλαμπος Τρικεριώτης, «ξυπνάμε από τον θόρυβο των ελικοπτέρων. Ήταν αυτά που μετέφεραν σκοτωμένους ή σοβαρά τραυματισμένους στρατιώτες».
«Ελληνοαυστραλοί στα αυστραλιανά στρατεύματα»
Ακολούθησε το βιβλίο του «Ελληνοαυστραλοί στα αυστραλιανά στρατεύματα στον Α’ και Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο». Και αυτό το βιβλίο είναι δίγλωσσο και αποκαλύπτει άγνωστες ιστορικές πτυχές συμμετοχής στρατιωτών με ελληνικές ρίζες στα αυστραλιανά στρατεύματα και ο συγγραφέας εκτός από την ικανοποίηση ότι, μετά από επίπονη έρευνα, κατάφερε και κατέγραψε αυτό το πολύτιμο κομμάτι της ιστορίας, δηλώνει πλουσιότερος σε γνώσεις.
«Ξέρετε, έχουμε μια μεγάλη και πλούσια ιστορία. Περιληπτικά, αναφέρω ότι 80 στρατιώτες ελληνικής καταγωγής έλαβαν μέρος στον Α’ Παγκόσμιο, οι 12 στην Καλλίπολη και 6 από αυτούς και στον Β’ Παγκόσμιο», είπε ο κ. Κυρίτσης.
Παρά το γεγονός ότι και στους δύο παγκοσμίους πολέμους η Αυστραλία δεν απειλείτο εδαφικά, ούτε και είχε επεκτατικές βλέψεις, ο κ. Κυρίτσης υποστηρίζει ότι η συμμετοχή της στα συμμαχικά στρατεύματα ήταν επιβεβλημένη, γιατί η χώρα ήταν μέλος της Βρετανικής Κοινοπολιτείας και λόγω της συνταγματικής υποχρέωσής της απέναντι στη Μεγάλη Βρετανία. Επιπλέον, θεωρεί ότι είχε χρέος να το πράξει, για χάρη της παγκόσμιας ισορροπίας και ειρήνης.
Για το βιβλίο αυτό εξηγεί ότι η ιδέα γεννήθηκε πριν ακόμα τελειώσει το πρώτο. Ο αναγνώστης διαβάζει γεγονότα που μας πάνε πίσω στο 1899-1902, όταν η Αυστραλία έλαβε μέρος στον πόλεμο των Boers στη Νότια Αφρική. Ενδεχομένως, πολύ λίγοι είναι εκείνοι που γνωρίζουν ότι σε αυτή την κίνηση της Αυστραλίας, συμμετείχαν και πέντε άτομα, ελληνικής καταγωγής. Κανένας δε ασχολήθηκε, ούτε αναγνώρισε την προσφορά τους.